Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Σχέδιο Νόμου για Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων: Συνοπτική επισκόπηση των κυριοτέρων ρυθμίσεων και εντοπισμός παραλείψεων και πλημμελειών

Facebook
Twitter
LinkedIn
WhatsApp
Email
Print
Χρόνος ανάγνωσης 1 λεπτό

Γράφει ο Χρήστος Ι.Θεοδωρόπουλος
Δικηγόρος, LL.M., ΜΔΕ, πρ. Αντιπρόεδρος ΕΑΝΔΑ,
Αν. ΓραμματέαςΠαραγωγικών Τομέων Ν.Δ.

Τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση –με καθυστέρηση αρκετών μηνών- το Σχέδιο Νόμου για τον Εξωδικαστικό Μηχανισμό Ρύθμισης Οφειλών Επιχειρήσεων. Με την βασική διάκριση που προτείνει σε «μεγάλες» και «μικρές» επιχειρήσεις (ανάλογα του εάν ο κύκλος εργασιών εκάστης υπερβαίνει ή όχι τα 2.500.000€ και οι συνολικές υποχρεώσεις της υπερβαίνουν ή όχι τα 2.000.000€ αντίστοιχα), το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου απευθύνεται σε φυσικά (ατομικές επιχειρήσεις) και νομικά πρόσωπα, που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα, εφόσον αφενός είχαν –κατά την 31η Δεκεμβρίου 2016- οφειλές προς Τράπεζες, λοιπούς ιδιώτες, Δ.Ο.Υ. ή ασφαλιστικούς οργανισμούς μεγαλύτερες των 20.000€ και αφετέρου παρουσίαζαν θετικό καθαρό αποτέλεσμα (ή θετική καθαρά θέση) σε μία (1) τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις (3) χρήσεις. Με αυτόν τον τρόπο το Σχέδιο Νόμου επιχειρεί ένα πρώτο αυστηρό «φιλτράρισμα», αποκλείοντας από το πεδίο του αφενός επιχειρήσεις με μικρά (και, άρα, «διαχειρίσιμα» κατά το Νομοθέτη) χρέη και αφετέρου μη βιώσιμες τοιαύτες. Πλην, όμως -κατ’ αποτέλεσμα- εξαιρούνται του πεδίου εφαρμογής του επιχειρήσεις, οι οποίες μπορεί να ήταν –έστω και οριακά- ζημιογόνες τις 3 τελευταίες χρήσεις, εντούτοις είναι βιώσιμες επί τη βάσει ενός «σφικτού» σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών, ήτοι χιλιάδες ελληνικές επιχειρήσεις. Προσέτι, το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου παρουσιάζει δυσκολίες υπαγωγής στις ευεργετικές του διατάξεις ακόμα και για βιώσιμες επιχειρήσεις, δεδομένων το μεν της αυξημένης πλειοψηφίας του 60% των συμμετεχόντων πιστωτών που προβλέπει για την έγκριση της πρότασης αναδιάρθρωσης (στην οποία πρέπει –μάλιστα- να περιλαμβάνεται και το 40% των εχόντων ειδικό προνόμιο), το δε των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9, ένας εκ των οποίων προβλέπει ότι η σχετική σύμβαση εξωδικαστικής αναδιάρθρωσης χρεών απαγορεύεται να φέρει οποιονδήποτε μη συμβαλλόμενο πιστωτή σε χειρότερη θέση από εκείνη, στην οποία θα βρισκόταν, εάν ρευστοποιούσε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη υπό συνθήκες αναγκαστικής εκποίησης. Τα κριτήρια υπαγωγής καθίστανται, εξάλλου, ακόμα δυσχερέστερα, καθώς στο άρθρο 11 του Σχεδίου Νόμου προβλέπεται υποχρεωτικώς για τις περιπτώσεις «μεγάλων» επιχειρήσεων η ανάθεση της εκπόνησης της αξιολόγησης βιωσιμότητας και του σχεδίου αναδιάρθρωσης οφειλών σε -διοριζόμενο με κοινή απόφαση οφειλέτη και απόλυτης πλειοψηφίας των συμμετεχόντων πιστωτών- εμπειρογνώμονα. Τούτο, δε, διότι ότι ο τελευταίος –έχοντας την έγκριση και των συμμετεχόντων πιστωτών- θα είναι πιο «φειδωλός» στο κρίσιμο ζήτημα της κατάφασης της βιωσιμότητας της υπό ένταξη επιχείρησης. Προβληματική παρουσιάζεται, επίσης, η πρόβλεψη της παρ.15 του άρθρου 8, κατά την οποία η εκπροσώπηση του οφειλέτη από δικηγόρο είναι προαιρετική. Ωστόσο, η χορήγηση μιας τέτοιας δυνατότητας στις οφειλέτιδες επιχειρήσεις, με δεδομένο τον τεχνικό χαρακτήρα της προβλεπόμενης διαδικασίας (εκπόνηση αξιολόγησης βιωσιμότητας, προληπτικός έλεγχος πλήρωσης προϋποθέσεων εφαρμογής, υποχρέωση παραίτησης από ήδη υποβληθείσες αιτήσεις στις διατάξεις των άρθρων 62 επ. Ν.4307/2014 ή Ν.3588/2007, κατάρτιση επαρκώς ορισμένης πρότασης (σχεδίου) ρύθμισης οφειλών, διαδικασία διαπραγμάτευσης με την πρόβλεψη δυνατότητας αντιπροτάσεων από τους πιστωτές κ.λπ.), μπορεί να οδηγήσει σε απόρριψη προτάσεων ακόμα και για τυπικούς λόγους (στο σημείο, βέβαια, αυτό κρίσιμος είναι ο εποπτικός ρόλος του προβλεπόμενου στο άρθρο 6 Συντονιστή, ο οποίος καλείται –κατά τα στο άρθρο 7 οριζόμενα- να θεραπεύει τυχόν παρουσιαζόμενες τυπικές πλημμέλειες). Τέλος, αυστηρή κρίνεται και η διάταξη της παρ.6 του άρθρου 14, στην οποία προβλέπεται –μεταξύ άλλων- ότι η παράλειψη του οφειλέτη να εξοφλήσει ή να τακτοποιήσει με νόμιμο τρόπο οφειλές προς Δημόσιο, παρακρατούμενους φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες βεβαιώθηκαν μετά την 31/12/2016, εντός 90 ημερών από την επικύρωση της συμφωνίας αναδιάρθρωσης ή εντός 60 ημερών από τη λήξη της νόμιμης προθεσμίας καταβολής τους έχει ως συνέπεια την αυτοδίκαιη ανατροπή της σύμβασης ως προς το Δημόσιο ή/και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης και –εντεύθεν- την ενεργοποίηση του δικαιώματος των λοιπών πιστωτών να αιτηθούν την ακύρωση της συμφωνίας συλλήβδην.
Αντίθετα, στα θετικά του Σχεδίου Νόμου πιστώνονται η πρόβλεψη ότι κάθε ευνοϊκή για τον οφειλέτη ρύθμιση της σύμβασης ισχύει υπέρ κάθε συνοφειλέτου και εγγυητού, η αναστολή πράξεων εκτέλεσης σε βάρος του οφειλέτη για όσο διαρκεί η διαδικασία (με δυνατότητα παρατάσεων), η αντίστοιχη αναστολή της ποινικής δίωξης του αδικήματος του άρθρου 25 Ν.1882/1990 («Βεβαιωμένες Οφειλές προς Δημόσιο»), το «σφικτό» χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται μέχρι την επικύρωση της συμφωνίας, το γεγονός ότι αποτελεί –επί της ουσίας, καθώς απλώς η επικύρωση γίνεται δικαστικά, προκειμένου να παραχθεί εκτελεστός τίτλος- εξωδικαστικό μηχανισμό (οι παθογένειες του νομικού μας συστήματος και η κωλυσιεργία των Δικαστηρίων είναι γνωστές σε όλους) και δη διεξαγόμενο μέσω ψηφιακής πλατφόρμας και –κυρίως- η δυνατότητα «κουρέματος» ακόμα και βασικής οφειλής προς Δημόσιο (με την εξαίρεση του Φ.Π.Α. και των παρακρατούμενων φόρων) και Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, με την οποία «αποψιλώνεται» κατά τι το περιβόητο «προνόμιο του Δημοσίου».
Συγκεφαλαιωτικά, το προτεινόμενο Σχέδιο Νόμου έρχεται να καλύψει ένα βασικό κενό και να επαναφέρει σε στοιχειώδη κανονικότητα επιχειρήσεις, που βρίσκονται σήμερα σε οικονομικό μεταίχμιο. Φιλοδοξεί να καταστεί ο «Νόμος Κατσέλη των επιχειρήσεων» (από τον οποίο έχει, εξάλλου, «δανειστεί» σειρά ρυθμίσεων και διατάξεων), δηλαδή βασικό εργαλείο στην επανένταξη χιλιάδων τέτοιων στην οικονομική ζωή της χώρας. Ευχή όλων είναι να σφυρηλατηθεί περαιτέρω μέσω ουσιαστικής διαβούλευσης με τους εμπλεκόμενους κοινωνικούς εταίρους και να παράξει άμεσα και απτά αποτελέσματα. Βασική και αφετήρια στόχευση, δε, των «διορθώσεων», στις οποίες σκοπεί η θέση του στη δημόσια αυτή διαβούλευση, φρονώ ότι πρέπει να είναι η διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής του ψηφισθησόμενου Νόμου, προκειμένου να δύναται να συμπεριλάβει –επί της αρχής- όσο το δυνατόν περισσότερες χειμαζόμενες από την οικονομική κρίση επιχειρήσεις.

[Δημοσιεύτηκε στον ΠΑΛΜΟ της Γλυφάδας, 18 Μαρτίου 2017]

Scroll to Top