Νέο μήλον της έριδος τα ΚΕΠ μεταξύ ΚΕΔΕ και κυβέρνησης

Facebook
Twitter
LinkedIn
WhatsApp
Email
Print
Χρόνος ανάγνωσης 1 λεπτό

Του Γιώργου Λαουτάρη

Αφορμή για μία ακόμη αντιπαράθεση μεταξύ δημάρχων και κυβέρνησης στάθηκε το ζήτημα της λειτουργίας των ΚΕΠ. Στο πλαίσιο της συζήτησης του νόμου για την κινητικότητα, βάσει του οποίου θα καταρτιστούν νέοι Οργανισμοί Εσωτερικής Υπηρεσίας από τους Δήμους, η Κεντρική Ένωση Δήμων Ελλάδας ζήτησε με απόφαση του Διοικητικού της Συμβουλίου ουσιαστικά το πέρασμα των ΚΕΠ στη δικαιοδοσία των Δήμων. Η απάντηση της κυβέρνησης, διά της αρμόδιας υπουργού Όλγας Γεροβασίλη, ήταν κατηγορηματικά αρνητική.

Αναφέρεται χαρακτηριστικά στην επίμαχη απόφαση:
“Η ΚΕΔΕ ζητά τη θεσμοθέτηση της δυνατότητας μετακίνησης υπαλλήλου ΚΕΠ του δήμου σε άλλη υπηρεσία του δήμου (και όχι μόνο την ανάθεση συναφών καθηκόντων σε δημοτικές κοινότητες μέχρι πέντε χιλιάδες κατοίκους). Ζητά ακόμη να δοθεί η δυνατότητα στον δήμαρχο – προϊστάμενο να μετακινεί υπαλλήλους των άλλων υπηρεσιών του Δήμου στο ΚΕΠ, ανάλογα με τις ανάγκες των υπηρεσιών που μόνο αυτός, ως προϊστάμενος, γνωρίζει”.

Στην πράξη οι δήμαρχοι ζητούν οι υπάλληλοι των ΚΕΠ να γίνουν δημοτικοί υπάλληλοι. Πάγια πλέον τακτική της σημερινής ηγεσίας της ΚΕΔΕ είναι να ζητά συνεχώς νέες αρμοδιότητες και νέα πεδία ευθύνης των δήμων και των δημάρχων. Κατανοώντας την αποκέντρωση του κράτους με έναν μηχανιστικό τρόπο, ως δημιουργία μικρών τοπικών κρατικών μηχανισμών, η ΚΕΔΕ διεκδικεί ουσιαστικά την απόσπαση όλο και περισσότερων διοικητικών ευθυνών από την κεντρική κυβέρνηση και την προσάρτησή τους στην Αυτοδιοίκηση. Η αποκέντρωση όμως δεν μπορεί να εφαρμοστεί παντού και πάντα. Διότι κινδυνεύει να θιγεί ο πυρήνας της δημόσιας διοίκησης, από την πολυδιάσπαση και τον κατακερματισμό. Και τα ΚΕΠ βρίσκονται ακριβώς στον πυρήνα της σχέσης των πολιτών με τη δημόσια διοίκηση.

Η υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης απάντησε κοφτά ότι τυχόν υιοθέτηση των προτάσεων της ΚΕΔΕ θα οδηγούσε στην ουσιαστική κατάργηση του θεσμού. “Αυτό δεν είναι αποδεκτό”, τόνισε στην απάντησή της η Όλγα Γεροβασίλη και υπογράμμισε ότι στόχος της κυβέρνησης είναι “η μετάπτωση των ΚΕΠ από υπηρεσία διαμεσολάβησης στην υποβολή αιτήσεων σε υπηρεσία παροχής διοικητικών προϊόντων προστιθέμενης αξίας τόσο για τους πολίτες όσο και για τις επιχειρήσεις αποτελεί στρατηγική”. Η υπουργός πρόσθεσε ακόμα ότι μια ομάδα εργασίας από υπηρεσιακούς παράγοντες ήδη επεξεργάζεται το σχέδιο της μετάβασης αυτής.

Στόχος κάθε ορθολογικής διοίκησης στην εποχή μας δεν μπορεί παρά να είναι η αξιοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας και των δικτύων, με στόχο την εξάλειψη της γραφειοκρατίας, την απλοποίηση των διαδικασιών, τη μείωση του χρόνου διεκπεραίωσης αιτημάτων, τη διασύνδεση των διάσπαρτων υπηρεσιών του Δημοσίου ώστε τα δεδομένα να διακινούνται και να διασταυρώνονται με τις ταχύτητες που επιβάλλει η εποχή. Ο στόχος αυτός πραγματικά απαιτεί τη συγκρότηση ενός συγκεντρωτικού σχετικά μηχανισμού, με ξεκάθαρες αρμοδιότητες και μέσα, κάτι που σήμερα δεν ισχύει.

Δυστυχώς, η ΚΕΔΕ χάνει το δάσος μιας λειτουργικής δημόσιας διοίκησης και βλέπει το δέντρο των ισχυρών δήμων. Για να ενισχύσουν το επιχείρημά τους, οι εκπρόσωποι των Δημάρχων ανέφεραν το παράδειγμα των παιδικών σταθμών και των σχολικών κτιρίων, αρμοδιότητες που πήραν και κατά τη γνώμη τους έφεραν σε πέρας με μεγάλη επιτυχία. Αναφέρει η ΚΕΔΕ στην απάντησή της προς την Όλγα Γεροβασίλη, γενικεύοντας:

“Θα έπρεπε να γνωρίζει η κα Υπουργός ότι σε όλη την Ευρώπη, οι αρμοδιότητες μεταβιβάζονται στον εγγύτερο στον πολίτη θεσμό, στη βάση της εγγύτητας, της αποτελεσματικότητας και της επικουρικότητας. Γιατί δεν μπορεί και στην Ελλάδα να υπάρχει αποκέντρωση αρμοδιοτήτων, από την Κεντρική Κυβέρνηση προς τους Δήμους, όπως συμβαίνει σε όλες τις προηγμένες χώρες; Από άγνοια ή από ιδεολογική εμμονή υποστηρίζει η κα Υπουργός ένα μοντέλο λειτουργίας του Κράτους, το οποίο θεωρείται πια ξεπερασμένο;”. Η επιστολή καταλήγει κάπως αξιωματικά: “Ο θεσμός των ΚΕΠ δεν κινδυνεύει από τους Δήμους. Αντίθετα, θα αναβαθμιστεί η λειτουργία τους, αν περάσει στους Δήμους η ευθύνη λειτουργίας τους”. Στην πραγματικότητα όμως οι Δήμαρχοι δεν στηρίζουν σε επιχειρήματα τη θέση τους.

Αντιπαράθεση με όρους επικοινωνίας

Τόσο η αυτοδιοίκηση όσο πολύ περισσότερο η κεντρική διοίκηση είναι θεσμοί που διοικούνται από πολιτικούς, από αιρετά πρόσωπα που αναλαμβάνουν τα καθήκοντά τους βάσει πολιτικών προγραμμάτων που ψηφίζουν και εγκρίνουν οι πολίτες. Η πολιτική αντιπαράθεση λοιπόν είναι θεμιτή και αναγκαία στον διάλογο των δημάρχων με την κυβέρνηση.
Ωστόσο, όλο και περισσότερο το τελευταίο διάστημα διαφαίνεται μια στρέβλωση του πολιτικού διαλόγου που μεταλλάσσεται σε παραταξιακή κόντρα. Ο πρόεδρος της ΚΕΔΕ, Γιώργος Πατούλης, δεν έκρυψε ποτέ ότι υποστηρίζει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και η κυβέρνηση αντίστοιχα ποτέ δεν αντιμετώπισε την ηγεσία της ΚΕΔΕ ως ένα ουδέτερο θεσμικό παράγοντα. Αποτέλεσμα αυτής της αμοιβαίας καχυποψίας μεταξύ άλλων είναι και το ναυάγιο της Επιτροπής για την αναμόρφωση του “Καλλικράτη”, από την οποία αποχώρησαν ήδη οι εκπρόσωποι της ΚΕΔΕ και της ΕΝΠΕ, καθιστώντας τον διάλογο εντός της έναν κυβερνητικό ουσιαστικά μονόλογο.
Κάθε καινούργιο επεισόδιο αντιπαράθεσης των δημάρχων με τους υπουργούς της κυβέρνησης όταν γίνεται με όρους επικοινωνίας, προσωπικής προβολής και δεν έχει στέρεα βάση, τελικά αδυνατίζει τη φωνή της αυτοδιοίκησης.

[Δημοσιεύτηκε στον ΠΑΛΜΟ της Γλυφάδας, 25 Φεβρουαρίου 2017]

Scroll to Top