Ο νέος “Καλλικράτης” τα αλλάζει όλα

Στήλες

Του Γιώργου Λαουτάρη

Τίποτα δεν θα είναι πλέον το ίδιο. Αν ο κορμός των θέσεων της Επιτροπής Αναθεώρησης του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης γίνει νόμος στα μέσα του χρόνου, όπως σχεδιάζει η κυβέρνηση, τότε πράγματι θα έχουμε μια “ριζοσπαστική μεταρρύθμιση”, όπως τόνισε επανειλημμένα η ηγεσία του υπουργείο Εσωτερικών, δίνοντας στη δημοσιότητα την Πέμπτη 2 Μαρτίου το ογκώδες έγγραφο 443 σελίδων με τίτλο “Πρόταση αναθεώρησης του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης” το οποίο συνέταξε η σχετική Επιτροπή.
Η θέσπιση απλής αναλογικής στην ανάδειξη των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων, μια αταλάντευτη, από ό,τι φαίνεται θέση της κυβέρνησης, στην πραγματικότητα γίνεται θρυαλλίδα για μια σειρά τεκτονικών αλλαγών στην καρδιά της αυτοδιοίκησης: Στο πρόσωπο δηλαδή του/της Δημάρχου και του/της Περιφερειάρχη.
Κι αυτό διότι στην πράξη καταργείται το προνόμιο των δημάρχων και περιφερειαρχών να διοικούν έχοντας εκ του νόμου εξασφαλισμένες πλειοψηφίες στα συμβούλια. Ρητά απέκλεισε ο γενικός γραμματέας του υπουργείου, Κώστας Πουλάκης, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου και μετά από ερώτηση του “Παλμού”, το ενδεχόμενο να λάβει ο Δήμαρχος ή η Εκτελεστική Επιτροπή νέες εξουσίες και αρμοδιότητες, προκειμένου να αποφευχθεί η “ακυβερνησία”, όπως κατεγγέλλει η ΚΕΔΕ. Το νέο σύστημα οδηγεί εκ των πραγμάτων σε μια διαφορετική, συμμετοχική κουλτούρα διοίκησης, όπου η συναίνεση και η συνδιαμόρφωση, δεν είναι προαιρετικό στιλ ενός δημάρχου, αλλά όρος εκ των ων ουκ άνευ, προκειμένου να ληφθεί κάθε απόφαση, από μια απλή κοπή δέντρου ως τον προϋπολογισμό.
Η αναλογική σύνθεση των Συμβουλίων θα οδηγήσει αναπόφευκτα και στην άρση της σημερινής απαγόρευσης να προέρχονται οι αντιδήμαρχοι/αντιπεριφερειάρχες από άλλες παρατάξεις πλην της πλειοψηφούσας. Ειδικά για τις Περιφέρειες, η πρόταση προβλέπει την κατάργηση της άμεσης εκλογής των τοπικών αντιπεριφερειαρχών. Έτσι, η αναλογική σύνθεση των Συμβουλίων οδηγεί και στη συγκρότηση μιας αναλογικότερης διοίκησης. Συνολικά το προτεινόμενο σύστημα οδηγεί την Αυτοδιοίκηση σε μια νέα φιλοσοφία διοίκησης, όπου οι πολιτικές ή προσωπικές αντιπαραθέσεις απαιτείται να τεθούν στο περιθώριο προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις. Πρόκειται φυσικά για μια περισσότερο διαχειριστική και λιγότερο πολιτική αντίληψη της αυτοδιοίκησης, μιας και υπονοείται η θέση ότι “στα τοπικά ζητήματα δεν υπάρχουν πολιτικές διαφορές”.
Απαντώντας η Επιτροπή στις ενστάσεις για διοικητικό αδιέξοδο στις περιπτώσεις όπου δεν επιτυγχάνεται πλειοψηφία εντός των Συμβουλίων, προτείνει τη θέσπιση της “εποικοδομητικής άρνησης ψήφου”. Πρόκειται για τη δυνατότητα μιας παράταξης να αρνηθεί να ψηφίσει για ένα θέμα με το οποίο διαφωνεί (δηλαδή να απέχει), επιτρέποντας όμως στη δημοτική ή περιφερειακή αρχή να διαμορφώσει μια “πλασματική πλειοψηφία”.
Μεγάλο ενδιαφέρον έχουν και οι προτεινόμενες αλλαγές στο καθεστώς των Δημοτικών Κοινοτήτων, τα Συμβούλια δηλαδή που προέρχονται από τους πρώην “καποδιστριακούς δήμους” (π.χ. Ελληνικό, Αργυρούπολη, Βάρη, Βούλα και Βουλιαγμένη). Το πόρισμα θέτει την πρόταση να καταρτίζονται αυτόνομα ψηφοδέλτια ανά δημοτική ενότητα, ανεξάρτητα από τους συνδυασμούς του Δημοτικού Συμβουλίου και ο πρόεδρος της κάθε κοινότητας να ψηφίζεται εντός των Συμβουλίων μετά την ανάδειξή τους (όπως γίνεται στα σωματεία). Με άλλα λόγια, πρόταση είναι να στήνονται τρεις κάλπες στις τοπικές εκλογές (για Δημοτικό Συμβούλιο, Δημοτική Κοινότητα, Περιφερειακό Συμβούλιο).
Η πρόταση του ΥΠΕΣ είναι να αναβαθμιστούν σημαντικά οι Δημοτικές Κοινότητες αναλαμβάνοντας τις αρμοδιότητες της Επιτροπής Ποιότητας Ζωής που προτείνεται να καταργηθεί. Ανάλογα, προτείνεται και η κατάργηση της Οικονομικής Επιτροπής με τη μεταβίβαση των αρμοδιοτήτων της είτε στα Συμβούλια των Δημοτικών Ενοτήτων είτε (όπου αυτό δεν είναι δυνατό) στο Δημοτικό Συμβούλιο ή στην Εκτελεστική Επιτροπή, ανάλογα και με το ειδικότερο περιεχόμενο εκάστης αρμοδιότητας.
Επίσης, προτείνεται οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές να αποσυνδεθούν από τις ευρωεκλογές. Προτείνεται συγκεκριμένα να διεξάγονται κάθε τέσσερα ή κάθε πέντε χρόνια (ένα ανοιχτό στο διάλογο ζήτημα) στο τέλος Οκτωβρίου ή αρχές Νοεμβρίου και οι νέες δημοτικές και περιφερειακές αρχές να αναλαμβάνουν καθήκοντα την 1η Ιανουαρίου του επόμενου της διεξαγωγής των εκλογών έτους.
Ως προς τον θεσμό του “Συμπαραστάτη” η Επιτροπή κάνει μια διπλή πρόταση που σε κάθε περίπτωση καταργεί τον αιρετό του χαρακτήρα: Είτε να θεσπιστούν τοπικοί εκπρόσωποι του Συνηγόρου του Πολίτη, είτε να συγκροτηθεί ένας νέος θεσμός, αυτός του Τοπικού Διαμεσολαβητή ενός προσώπου που θα επιλέγεται σε κάθε μία από τις 13 περιφέρειες και σε κάθε νομό (σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα στην Αττική), συνολικά 59.

Τεχνητή ένταση σε έναν πραγματικό διάλογο

Είναι αδιαμφισβήτητη αλήθεια ότι σε σύγκριση με τη διοικητική μεταρρύθμιση του “Καποδίστρια” και του “Καλλικράτη”, όταν οι τότε κυβερνήσεις έφερναν απλώς στη Βουλή έτοιμες προτάσεις από κλειστά γραφεία συσκέψεων, η κυοφορούμενη αλλαγή του θεσμικού πλαισίου της αυτοδιοίκησης έγινε αυτή τη φορά κατόπιν διαλόγου με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. “Ως κυβέρνηση κρατάμε για τον εαυτό μας το δικαίωμα να νομοθετούμε και να κρινόμαστε για τις επιλογές μας”, τόνισε χαρακτηριστικά την Πέμπτη ο Πάνος Σκουρλέτης, συμπληρώνοντας πάντως ότι όλες οι απόψεις θα ληφθούν υπόψη.
Πάντως, σε αυτή την κρίσιμη καμπή του διαλόγου η θεσμική έκφραση της αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού, η ΚΕΔΕ, ήταν απούσα. Για την ακρίβεια, η ηγεσία της επέλεξε να αποχωρήσει ηχηρά, ανταλλάσσοντας με τον υπουργό Εσωτερικών ανακοινώσεις, δελτία τύπου και …τουίτ. Ο Γιώργος Πατούλης χρεώνεται προσωπικά αυτή την επιλογή, που περισσότερο δημιουργεί την αίσθηση μιας τεχνητής έντασης, παρά μιας στρατηγικής διαφωνίας που είχε ως συνέπεια και τη ρήξη.
Η κυβέρνηση πάντως δεν δείχνει καθόλου να πτοείται από τη στάση του εκπροσώπου των δημάρχων. Αντιθέτως, φαίνεται ότι ο Πάνος Σκουρλέτης επιλέγει μια τακτική παράκαμψης της ΚΕΔΕ, καλώντας προσωπικά κάθε δήμαρχο σε επικοινωνία με το υπουργείο “για να κάνουμε πράξη τη μεγάλη θεσμική αλλαγή” όπως είπε.

[Δημοσιεύτηκε στον ΠΑΛΜΟ της Γλυφάδας, 4 Μαρτίου 2017]