Του Γιώργου Λαουτάρη
Mια ριζοσπαστική πρόταση που θα αλλάξει τα πάντα στην αυτοδιοίκηση μελετά σοβαρά το Υπουργείο Εσωτερικών. Συγκεκριμένα, συζητείται ήδη σε προχωρημένο επίπεδο η πιθανότητα εκτός από την απλή αναλογική στη σύνθεση των Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων, να θεσπιστεί και εκλογή Δημάρχου ή Περιφερειάρχη από το σώμα των συμβούλων και όχι απευθείας από τους πολίτες. Ο νέος ΥΠΕΣ, Πάνος Σκουρλέτης, μιλά πλέον ανοιχτά για το σχέδιο αυτό, έστω κι αν ακόμη δεν έχει αποτυπωθεί ακόμα στο σύνολό του σε κάποια γραπτή θέση.
Στο σύστημα αυτό που προβλέπει έναν και μοναδικό γύρο εκλογών, ανεξάρτητα από το αν κάθε παράταξη έχει επικεφαλής, η ανάδειξη του Δημοτικού και Περιφερειακού Συμβουλίου θα γίνεται αναλογικά με την εκλογική επίδοση κάθε συνδυασμού. Στο τέλος της ημέρας θα υπάρχει νέο Δημοτικό Συμβούλιο, όχι όμως και Δήμαρχος. Εν συνεχεία, το Δημοτικό Συμβούλιο θα συγκροτείται σε σώμα και θα συνεδριάζει ώστε να εκλέξει Δήμαρχο.
Η απλή αναλογική φυσικά δυσχεραίνει πολύ την επίτευξη αυτοδυναμίας κάποιου συνδυασμού. Χωρίς την ύπαρξη “μπόνους” εδρών, όπως ισχύει σήμερα όπου ο συνδυασμός που έρχεται πρώτος σε ψήφους κατά τον δεύτερο γύρο εξασφαλίζει ανεξαρτήτως του ποσοστού του πλειοψηφία τριών πέμπτων στο Συμβούλιο, μόνο συναινετικά και κατόπιν συγκλήσεων είναι δυνατό να επιτευχθεί η οποιαδήποτε πλειοψηφία, είτε αυτή αφορά μια απλή διεκπεραιωτική απόφαση είτε πολύ περισσότερο την ανάδειξη του Δημάρχου.
Το εκλογικό σύστημα αυτό εφαρμόζεται σήμερα στα επαγγελματικά και άλλα σωματεία: Από τις εκλογές αναδεικνύεται ένα αναλογικό προεδρείο, με βάση τη δύναμη των παρατάξεων, το οποίο αργότερα συνεδριάζει και με βάση προγραμματικές ή άλλες συμφωνίες επιλέγει τα πρόσωπα που θα στελεχώσουν τις κεντρικές θέσεις. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ΕΣΗΕΑ, μια επαγγελματική ένωση που σήμερα έχει πρόεδρο που προέρχεται από την παράταξη που ήρθε δεύτερη στις εκλογές. Κρίσιμη λεπτομέρεια είναι ότι τουλάχιστον στην περίπτωση της ΕΣΗΕΑ η επιλογή προέδρου καθυστέρησε …6 μήνες μετά τις εκλογές!
Το ΥΠΕΣ το επόμενο διάστημα θα ανοίξει οριστικά τα χαρτιά του και τη σχετική συζήτηση για την αλλαγή του εκλογικού νόμου της αυτοδιοίκησης. Ο χρόνος πιέζει και η Επιτροπή αλλαγής του “Καλλικράτη” θα πρέπει το πολύ τον Φεβρουάριο να έχει παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη πρόταση προς διαβούλευση που θα οδηγήσει στον νέο νόμο. Οι αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019 θα γίνουν με το νέο σύστημα.
Η συγκεκριμένη πρόταση είναι αρκετά προωθημένη και η κυβέρνηση έχει “σχέδιο β’”, σε περίπτωση που συναντήσει αντιδράσεις τέτοιες που δεν θα τις επιτρέψουν να προχωρήσει. Το εναλλακτικό σενάριο δεν είναι άλλο από τον κλασικό δεύτερο γύρο των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών, όπου θα αναμετρούνται οι δύο επικεφαλής των συνδυασμών που προηγήθηκαν στον πρώτο γύρο. Η διαφορά σε σχέση με το ισχύον σύστημα θα είναι ότι το Συμβούλιο θα έχει εκλεγεί αναλογικά. Και δεν είναι μικρή διαφορά αυτή. Για παράδειγμα, στον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης, αν εφαρμόζαμε τις εκλογικές επιδόσεις του 2014 με το εναλλακτικό αυτό σύστημα, τότε δήμαρχος θα ήταν ξανά ο Γρηγόρης Κωνσταντέλλος, αλλά στο Δημοτικό Συμβούλιο θα είχε περισσότερους συμβούλους ο Σπύρος Πανάς, που ήρθε πρώτος στον πρώτο γύρο.
Η πρόταση για έμμεση εκλογή Δημάρχου εγγράφεται στη γενικότερη πολιτική φιλοσοφία της κυβέρνησης για την αυτοδιοίκηση που θα ήθελε ένα διαφορετικό μοντέλο, όχι δημαρχοκεντρικό. Και πράγματι, αν περάσει η “μάξιμουμ” αυτή πρόταση, τότε ο Δήμαρχος κατεβαίνει αυτόματα από το σημερινό του βάθρο, ως εκλεγμένου προσώπου από το μεγαλύτερο κομμάτι ενός εκλογικού σώματος και περιορίζεται στο ρόλο του εκλεκτού προσώπου ενός Δημοτικού ή Περιφερειακού Συμβουλίου. Πιθανότατα η μέθοδος αυτή να συμπληρωθεί από την πρόβλεψη για ανακλητότητα του Δημάρχου, αν χάσει την εμπιστοσύνη του Δημοτικού Συμβουλίου.
Αρκετοί βλέπουν στις πρωτοβουλίες αυτές της κυβέρνησης όχι μια στάση αρχών, αλλά μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης τονίζουν ότι η αλλαγή του εκλογικού συστήματος αποσκοπεί στο να αυξήσει την επιρροή και το ειδικό βάρος των αυτοδιοικητικών σχημάτων του ΣΥΡΙΖΑ που σήμερα λόγω του πλειοψηφικού συστήματος σχεδόν έχουν εξαφανιστεί από το χάρτη.
Σε κάθε περίπτωση, μιλάμε για μια νέα σελίδα στα αυτοδιοικητικά ήθη, για την οποία οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να ενημερωθούν σε βάθος.
Η αποκαθήλωση του Δημάρχου
Οι εκπρόσωποι των δημάρχων και ειδικά η ηγεσία του Γιώργου Πατούλη προβάλλει έντονα το τελευταίο διάστημα το αίτημα για αναγνώριση της “καταστατικής θέσης” των δημάρχων. Με αυτό η ηγεσία της ΚΕΔΕ εννοεί μια σειρά θεσμικών αλλαγών που θα ανεβάσουν το “στάτους” του Δημάρχου στο επίπεδο των βουλευτών. Μιλούν για μισθολογική εξίσωση με τους 300 της Βουλής, για αλλαγή των όρων έκπτωσής τους από το αξίωμα σε περίπτωση καταδίκης τους στη δικαιοσύνη και άλλα συναφή θέματα.
Στην πραγματικότητα όμως, οι Δήμαρχοι απολαμβάνουν ένα μοναδικό προνόμιο στην ελληνική διοικητική ιεραρχία: Ουδείς, πέραν της δικαιοσύνης, δεν μπορεί να τους ανακαλέσει. Δεν προβλέπονται φυσικά έκτακτες δημοτικές εκλογές, δεν προβλέπεται απώλεια του αξιώματος σε περίπτωση που χαθεί η πλειοψηφία και η εμπιστοσύνη του Δημοτικού Συμβουλίου (φαινόμενο σύνηθες άλλωστε) με αποτέλεσμα η παραμονή στο δημαρχιακό θώκο να είναι δεδομένη για μια πενταετία υπό οποιεσδήποτε πολιτικές συνθήκες, εκτός από τις περιπτώσεις του θανάτου και της παραίτησης.
Κι αυτή η πλευρά κι αυτή του σημερινού δημαρχοκεντρικού μοντέλου βρίσκεται στο στόχαστρο της κυβέρνησης.
[Δημοσιεύτηκε στον ΠΑΛΜΟ της Γλυφάδας, 17 Δεκεμβρίου 2016]