Εγγραφείτε στο Newsletter μας

Απλή αναλογική και στις δημοτικές εκλογές

Facebook
Twitter
LinkedIn
WhatsApp
Email
Print

Του Γιώργου Λαουτάρη.

Αλλάζει άρδην τα δεδομένα της τοπικής δημοκρατίας η κυβέρνηση, που άνοιξε αυτή την εβδομάδα για πρώτη φορά επισήμως τα χαρτιά της, ως προς την αυτοδιοικητική μεταρρύθμιση που προωθεί. Η εισήγηση του γενικού γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών, Κώστα Πουλάκη, στην 25μελή Επιτροπή Αναθεώρησης του θεσμικού πλαισίου της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που συνεδρίασε την Τρίτη, έκανε σαφή αναφορά μεταξύ πολλών άλλων στην καθιέρωση της απλής αναλογικής κατά τις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές.
Αναφέρεται συγκεκριμένα: “Με δεδομένο ότι το εκλογικό σύστημα είναι ο βασικός μηχανισμός εξασφάλισης της δημοκρατικής αντιπροσώπευσης, καθώς και το ότι ο χώρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, εξ ορισμού, προσφέρεται για την καλλιέργεια κουλτούρας διαλόγου και αναζήτησης συναινέσεων, καθιερώνεται ως σύστημα εκλογής των δημοτικών και περιφερειακών συμβούλων η απλή αναλογική”.
Η παράγραφος, μολονότι ιδιαίτερα σημαντική, μένει μετέωρη και δεν εξειδικεύεται περισσότερο. Είναι σαφές όμως ότι προωθείται και στην αυτοδιοίκηση ένα μοντέλο εκλογικού νόμου που προσιδιάζει με το νέο σύστημα των εθνικών εκλογών, που ψηφίστηκε πρόσφατα: Ένα εκλογικό σύστημα δηλαδή που αντιστοιχίζει απόλυτα τις ψήφους των πολιτών με τις έδρες των Δημοτικών και Περιφερειακών Συμβουλίων.
Σήμερα το εκλογικό σύστημα απέχει μακράν από μια αναλογική αντιπροσώπευση των πολιτικών δυνάμεων στα συμβούλια. Ο “Καλλικράτης” προβλέπει αναλογική κατανομή μόνο των μισών εδρών των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων στον πρώτο γύρο των εκλογών. Οι υπόλοιπες μισές μοιράζονται στη δεύτερη κατανομή και τον επαναληπτικό γύρο των εκλογών μεταξύ πρώτου και δεύτερου συνδυασμού, με “μπόνους” εδρών σε όποιον συνδυασμό πρωτεύσει, ανεξαρτήτως διαφοράς ψήφων, το οποίο θα πρέπει να εξασφαλίζει απαραίτητα την πλειοψηφία των 3/5. Στην πραγματικότητα, το μοντέλο αυτό υπερενισχυμένης αναλογικής ακολουθεί την αρχή “ο νικητής τα παίρνει όλα” και αφήνει περιθώρια ύπαρξης μόνο στον δεύτερο συνδυασμό. Είναι ένα μοντέλο που προφανώς περιφρονεί τη λαϊκή βούληση και ως μοναδικό στόχο έχει την ευχερέστερη άσκηση της δημοτικής και περιφερειακής διοίκησης, μέσω αυτού του τρόπον τινά πλειοψηφικού συστήματος.
Μένει να δούμε τις τελικές λεπτομέρειες της πρότασης στην οποία θα καταλήξει η κυβέρνηση. Όμως είναι σαφές ότι απλή αναλογική στην αυτοδιοίκηση σημαίνει κατάργηση όλων των “μπόνους” και αναλογική κατανομή όλων των εδρών από τον πρώτο γύρο. Σε μια τέτοια περίπτωση φαίνεται περιττή και η ίδια η ύπαρξη δεύτερου γύρου εκλογών μεταξύ των δύο πρώτων συνδυασμών για την ανάδειξη Δημάρχου. Σε κάθε περίπτωση, ανοίγει μια νέα σελίδα στα αυτοδιοικητικά ήθη, όπου μια δημοτική διοίκηση θα πρέπει να εξασφαλίζει κάθε μέρα διαπαραταξιακές συναινέσεις, από τη σύνταξη του Προϋπολογισμού ως την απόφαση κοπής ενός δέντρου, μιας και ο δήμαρχος δεν θα μπορεί να στηρίζεται στην παράταξή του και μόνο.
Ο τερματισμός των τεχνητών πλειοψηφιών πράγματι θα ανοίξει μια πρωτόγνωρη διαδικασία διαλόγου και αναζήτησης κοινών τόπων. Την ίδια στιγμή όμως κινδυνεύει να οδηγήσει και σε πλήρη “ακυβερνησία” έναν Δήμο στην περίπτωση που η συναίνεση δεν είναι για διάφορους λόγους εφικτή. Στην προοπτική αυτή, μολονότι το εισηγητικό κείμενο της κυβέρνησης κάνει λόγο για “νέο πλαίσιο με κύριους στόχους τον περιορισμό των δημαρχοκεντρικών – περιφερειαρχοκεντρικών χαρακτηριστικών του συστήματος και τη μείωση της εσωτερικής συγκέντρωσης της πολιτικής ισχύος σε όργανα όπως η Εκτελεστική Επιτροπή”, δεν θα πρέπει να αποκλείει κανείς το αντίθετο: Την αύξηση δηλαδή των αρμοδιοτήτων των δημάρχων με παράλληλη απομείωση της ισχύος των συμβουλίων. Η ίδια η λογική επιτάσσει ότι οι βασικές λειτουργίες μιας πόλης ή μιας ολόκληρης Περιφέρειας δεν μπορούν να μπλοκάρονται από το “βέτο” μιας μερίδας συμβούλων που καθίστανται έτσι απόλυτοι ρυθμιστές…

Τέλος ο Συμπαραστάτης και η Επιτροπή Διαβούλευσης;

Με δεδομένη την πολιτική απόφαση της κυβέρνησης να αλλάξει σε περισσότερο δημοκρατική κατεύθυνση το αυτοδιοικητικό πλαίσιο, προκαλεί τουλάχιστον απορία το γεγονός ότι κάνει πίσω σε δύο θεσμούς του “Καλλικράτη” που σηματοδότησαν ένα προοδευτικό πρόσημο της τότε μεταρρύθμισης.
Σύμφωνα με την εισήγηση του Κώστα Πουλάκη στην Επιτροπή Αναθεώρησης της αυτοδιοικητικής νομοθεσίας, “επαναξιολογείται ο θεσμός του Συμπαραστάτη”, με ανοιχτό το ενδεχόμενο ακόμη και κατάργησής του. Όπως πρόσθεσε το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, “αν θεωρηθεί χρήσιμη η διατήρηση του θεσμού, είναι αναγκαία η εκ βάθρων μεταρρύθμισή του”.
Παρόμοια τύχη περιμένει και την Επιτροπή Διαβούλευσης: Όπως επισημαίνει το κείμενο, “απαιτείται να επανεξεταστεί ριζικά η υφιστάμενη Επιτροπή Διαβούλευσης, που λειτούργησε απολύτως τυπικά και γραφειοκρατικά, και στη θέση της να διαμορφωθούν μόνιμοι, ανοιχτοί και με ουσιαστικές αρμοδιότητες θεσμοί”.
Δυστυχώς, οι κυβερνητικές εισηγήσεις είναι και σε αυτό το σημείο αόριστες και η θέση περί “επανεξέτασης” δείχνει μάλλον στην κατάργηση. Άλλωστε, αν ένας θετικός θεσμός δεν προχωρά λόγω διαδικαστικών ζητημάτων, δεν επανεξετάζεις τον θεσμό. Επιλύεις τα διαδικαστικά ζητήματα. Η συνέχεια του διαλόγου θα δείξει σε ποια κατεύθυνση οδηγείται το θεσμικό πλαίσιο, αν και οι βασικοί συνομιλητές του υπουργείου Εσωτερικών, οι εκπρόσωποι των δημάρχων (ΚΕΔΕ), είναι δηλωμένοι “εχθροί” τόσο του θεσμού του Συμπαραστάτη όσο και της Επιτροπής Διαβούλευσης.

[Δημοσιεύτηκε στον ΠΑΛΜΟ της Γλυφάδας, 30 Ιουλίου 2016]

Scroll to Top